Η αντιμετώπιση της πολυαναμενόμενης και απαράδεκτα
πολυπροσυζητημένης απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας απο την Κυβέρνηση
απέδειξε την άποψή της για τη Δικαιοσύνη. Η σκόπιμη χρήση της γενικότητας του
όρου και όχι απλώς ο περιορισμός στις αποφάσεις του Ανώτατου αυτού Δικαστηρίου,
που ελέγχει υποθέσεις με πολιτικό ενδιαφέρον, έγκειται στην απλή λογική σκέψη,
οτι όταν ως Κυβέρνηση παρεμβαίνεις θορυβώντας πριν, κατά τη διάρκεια και μετά
την έκδοση της συγεκριμένης απόφασης , που αφορά έστω και μια κατά
προτεραιότητα πολιτική και επικοινωνιακή
σου κίνηση όπως αυτή των τηλεοπτικών αδειών με αυτονόητη τεράστια προβολή, τι
θα σε εμπόδιζε άραγε στο να παρεμβαίνεις και για άλλα θέματα της Δικαιοσύνης ,
πιο χαμηλής εικόνας και με τρόπο ανεπαίσθητο.
Διότι η λογική περί χειραγώγησης
είναι μία, η ίδια και αποτελεί βασικό αρνητικό στοιχείο του πολιτικού
οικοδομήματος. Τη Δικαιοσύνη ή τη σέβεσαι ή όχι. Και επειδή όλοι κρινόμαστε και
αυτό είναι βασικό στοιχείο της ελευθερίας της σκέψης, άλλο να σχολιάζεις επιστημονικά ακόμη και πολιτικά , άλλο να ισοπεδώνεις τις κατά το Σύνταγμα
Λειτουργίες και άλλο να τις σέβεσαι. Εκτός
αν προβαίνεις σε συγκεκριμένες καταγγελίες , οι οποίες όμως καθίστανται
αυτομάτως και αποδεικτέες.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ
εν προκειμένω, στερούμενη προφανώς επιχειρημάτων πολιτικής της
συνέπειας και υπόστασης, επιχειρώντας να
λησμονηθούν οι θέσεις της περί μνημονίου
(προσέθεσε και τρίτο), περί κοινωνικής αλληλεγγύης (έκοψε το ΕΚΑΣ απο χιλιάδες
μικροσυνταξιούχους) ,περί ΔΝΤ (στο οποίο βρίσκει πλέον τον καλύτερο σύμμαχο περί ελάφρυνσης
του χρέους) , έθεσε ως ατζέντα προβολής "θεσμικά" ζητήματα,
υποθέτοντας ανέξοδα και με επαναστατικό λούστρο. Με τρόπο εφαπτόμενο του
αυταρχισμού, με αλαζονεία άκρως συστημική, με επαναφορά του ρόλου των πολιτικών
αρμοδίων επι του Τύπου( Υπουργών και
ΓΓ) σε εργαλεία επιβολής άποψης και
προπαγάνδας , χρησιμοποίησε το όντως αρρύθμιστο τηλεοπτικό τοπίο ως πεδίο
πολιτικής διαφυγής και ανάνηψης. Έχοντας το προνόμιο ότι για πρώτη φορά απο το
1989 που δόθηκαν απευθείας οι πρώτες
"ειδικές άδειες" απο τη συγκυβέρνηση Τζαννετάκη ΝΔ-ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ με εν πολλοίς χαριστικό τρόπο , θα ρύθμιζε οριστικά και θα
έβαζε σε τάξη το όντως σημαντικό αυτό ζήτημα , πίστεψε ότι με την επιπολαιότητα
που χειρίζεται πολύ σοβαρότερα θέματα ,ότι
θα "χόρευε μόνη της" οργανώνοντας το γνωστό σόου της Γενικής
Γραμματείας Τύπου , αψηφώντας Σύνταγμα
και νόμους. Η πομπώδης όμως τριτοκοσμική
διαδικασία κυριάρχησε της ουσίας η οποία ενσωματώνεται και τυποποιείται σε κανόνες τυπικούς και κατά κύριο λόγο στο Σύνταγμα. Η αίσθηση
που είχε η Κυβέρνηση οτι "επαναστατικώ δικαίω" κατ αρχάς
και κατόπιν με άκομψες νομικά κινήσεις επηρρεασμού του ΣτΕ
που ήδη μετά τις προσφυγές επιλήφθηκε, ότι θα μπαλώσει τα μεγάλα νομικά κενά ,
αποδείχθηκε τελικά μάλλον αφελής. Η αντίδραση της κυβερνητικής εκπροσώπου η
οποία ανέγνωσε με περισσή σύγχυση , πλήρης αντανάκλαση της έλλειψης ψυχραιμίας
που επιδεικνύει η κυβέρνηση, προοιονίζει δυστυχώς και τη συνέχεια. Ήταν ήδη
σαφές και αποδείχθηκε πλήρως ότι το σχέδιο αντίδρασης στην απόφαση περί
αντισυνταγματικότητος θα περιελάμβανε ισχυρισμούς περί εμποδίων στην άσκηση
"αριστερής" και υπέρ αδυνάτων
πολιτικής . Με άκρως επιλεκτικό τρόπο βεβαίως, Ούτως ή άλλως σε μιά εποχή που τα
οικονομικά προβλήματα του πολίτη οξύνονται αντί να αμβλύνονται, σε μια εποχή
που η προοπτική της χώρας φαντάζει μάλλον ως ουτοπία, η κυβέρνηση ποντάρει στο
ότι τα θέματα νομιμότητας αποτελούν
πολυτέλεια, εξού και τα συνεχώς επαναλαμβανόμενα περί "παιδικών σταθμών
και νοσηλευτών" που θα καλυπτόταν , αυτή τη φορά απο το ποσό που θα
εισπραττόταν σε δέκα χρόνια. Για το λόγο αυτό εξάλλου εντάσσει στην
επικοινωνιακή της φαρέτρα την ύβρη , την προσβολή και τη μαγκιά προς το Ανώτατο
αυτό Δικαστήριο για μια μη αρεστή απόφασή του, δημιουργώντας όμως πλήγματα πολύ
πιο ισχυρά και με ανυπολόγιστη διάρκεια από τη δήλωση, ακόμη και από τη θητεία
ενός Υπουργού.
Υπάρχει όμως και η "άλλη πλευρά" .
Της θεσμικής αντιπολίτευσης, αλλά και των εν
γένει αντιπολιτευόμενων.
Η μεν πρώτη
"εκπλήσσεται". Τα εισαγωγικά τονισμένα, γιατί χωρίς να αποτελεί το
παραμικρό ελαφρυντικό για την κυβέρνηση, οι παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη στο
παρελθόν από κάποιες άλλες κυβερνήσεις αποτελούσαν όχι απλώς έθιμο αλλά και
οργανωμένη κατάσταση. Άλλοτε ολοκληρωμένες κι άλλοτε μένοντας στο στάδιο της απόπειρας.
Η εποχή του κυβερνητικού σλόγκαν
"όποιος έχει να καταγγείλει ας πάει στον Εισαγγελέα" αφενός μεν
ως αποποίηση ευθυνών, αφετέρου ως
οργανωμένη συγκάλυψη δεν είναι μακριά. Αντίθετα, κάποιοι από τους ενορχηστρωτές
αυτών των παρεμβάσεων και της χρησιμοποίησης της Δικαιοσύνης , εξακολουθούν να
παίζουν ρόλο και σήμερα και ίσως και να εξανίστανται.
Οι δε δεύτεροι,
αναλύουν επί παντός επιστητού, συσκοτίζοντας περισσότερο παρά διαφωτίζοντας και
μάλιστα σε ζητήματα που δεν είναι απλώς πολιτικά, αλλά έχουν και λεπτές νομικές
πτυχές. Και δημιουργείται με τον τρόπο αυτό θόρυβος που μάλλον ευνοεί τη
δημιουργία εξίσου επιπόλαιων αντανακλαστικών, ευνοικών για την κυβερνητική
τακτική και αποδοχή.
Απαιτείται λοιπόν σοβαρή προσέγγιση όλων μας και κυρίως
σεβασμός στις αποφάσεις της Δικαιοσύνης, περισσότερο στις μη αρεστές, από όλες τις πλευρές . Να αντιληφθούμε ότι
τόσο η περιφρόνηση από την Κυβέρνηση όσο
και η οικειοποίηση της επίμαχης απόφασης
του ΣτΕ για κομματικούς σκοπούς ή απλής επιβεβαίωσής μας, προξενούν ίσως την
ίδια ζημιά. Και δημιουργούν άλλοθι για την περαιτέρω απαξίωση της Δικαιοσύνης,
σε μια εποχή που και η ίδια καλείται εντόνως
να τη διαφυλάξει.
Ας μου επιτραπεί τέλος να χρησιμοποιήσω , ως επίκαιρο και
σχετικό, απόσπασμα του Προέδρου του ΣτΕ
κ. Σακελλαρίου κατά τον περσινό
χαιρετισμό του για τη συμπλήρωση των 21 χρόνων λειτουργίας της Εθνικής
Σχολής Δικαστών .
"... Οι θεσμοί δεν αξιολογούνται μόνο στο επίπεδο της
αφηρημένης συνταγματικής ρυθμίσεως αλλά αναδεικνύονται και αξιολογούνται κατά
τη λειτουργία τους.Η δε αξιοπιστία των θεσμών προκύπτει κυρίως από την
αξιοπιστία των προσώπων , τα οποία τους εκφράζουν.Εξαρτάται απο το κατά πόσον
(ο δικαστής) έχει συνείδηση του βάρους του λειτουργήματός του και της
υποχρεώσεώς του να ασκεί τα καθήκοντά του κατά τρόπο σύμφωνο με το Σύνταγμα και
τον νόμο, από την ιδιότητα του δικαιοδοτούντος ως τρίτου προσώπου, ανεξαρτήτου
από οποιαδήποτε επέμβαση κατά την επιτέλεση του δικαιοδοτικού του έργου. Εις αυτό έγκειται η προσωπική
ευθύνη του δικαστού ως φύλακος της νομιμότητος και υπερασπιστού του Κράτους
Δικαίου."
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΕΤΑΛΩΤΗΣ
πρώην Βουλευτής
Ροδόπης , πρώην Υφυπουργός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου